mykonostv.gr
654c8d5a8cf3f
ΕΛΛΑΔΑΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑΜΥΚΟΝΟΣ

Η αληθινή ιστορία του «Βρικόλακα» της Μυκόνου

Κοινοποίηση

Ένας δολοφονημένος Μυκονιάτης χωρικός «στοίχειωνε» το «νησί των ανέμων»

Η Μύκονος αποτελεί αγαπημένο και δημοφιλή προορισμό για τουρίστες και Έλληνες που την επιλέγουν για να περάσουν αξέχαστες διακοπές και να απολαύσουν τις ομορφιές και την ξέφρενη διασκέδαση που προσφέρει το νησί. Ταξιδεύοντας όμως, στο μακρινό παρελθόν, μαθαίνουμε ότι το «νησί των ανέμων» είχε στοιχειωθεί κάποτε από τον «Βρικόλακα» της Μυκόνου…

Ποιος ηταν ο… Βρικόλακας που στοίχειωνε τη Μύκονο

Ένα από τα must αξιοθέατα του «νησιού των ανέμων» είναι ο φάρος, ο οποίος βρίσκεται στην περιοχή Φανάρι, η οποία παλαιότερα ονομαζόταν Βουρβούλακας, δηλαδή βρικόλακας. Μάλιστα, λέγεται ότι δόθηκε το συγκεκριμένο όνομα, για να αποτρέπουν οι ντόπιοι τα παιδιά να πηγαίνουν στον φάρο, λόγω του ότι τα απότομα βράχια ήταν πολύ επικίνδυνα. Παρόλα αυτά, όπως αποδείχθηκε, δεν ήταν τυχαίο που χρησιμοποίησαν το συγκεκριμένο όνομα για να τρομάζουν τα παιδιά και να μην πλησιάζουν σ’ αυτή την τοποθεσία.

Το 1700 επισκέφθηκε τη Μύκονο ο Γάλλος βοτανολόγος Ζοζέφ Πιτόν ντε Τουρνεφόρ, ο οποίος έμαθε για έναν νεκρό χωρικό που επέστρεφε τα βράδια στη ζωή ως βρικόλακας και κατέγραψε την εμπειρία του αυτή. 

Η πραγματική ιστορία πίσω από τον «Βρικόλακα» της Μυκόνου

Ο μύθος μιλά για τον θάνατο ενός οξύθυμου και όχι πολύ συμπαθή Μυκονιάτη χωρικού, από έναν άγνωστο την ώρα που εργαζόταν στα χωράφια του, ο οποίος έγινε βρικόλακας και τρομοκρατούσε τον κόσμο τα βράδια.

Όπως έγραφε ο Ζοζέφ Πιτόν ντε Τουρνεφόρ, στα σημειώματά του: «Υπήρξα μάρτυρας στη Μύκονο, μιας σκηνής πολύ παράδοξης που αφορά την επιστροφή στον κόσμο ενός νεκρού και ενταφιασμένου. Τέτοιου είδους φαντάσματα οι βόρειοι λαοί τα λένε βαμπίρ, ενώ οι Έλληνες τα λένε βρικόλακες».

«Δυο μέρες μετά την κηδεία και τον ενταφιασμό του στο νεκροταφείο κυκλοφόρησε μια φήμη που έλεγε ότι πολλοί κάτοικοι τον είχαν δει να περιφέρεται τη νύχτα στα χωριά και τα στενά της χώρας».

Φυσικά οι φήμες κυκλοφόρησαν άμεσα στο νησί και όλο και περισσότεροι κάτοικοι υποστήριζαν ότι τον έχουν δει να περιφέρεται τα βράδια στα σοκάκια του νησιού, να μπαίνει στα σπίτια, να τρομοκρατεί τον κόσμο, να αναποδογυρίζει έπιπλα, να ρίχνει πιάτα στο πάτωμα, να σβήνει τις λάμπες και να σκουντά τους κατοίκους στην πλάτη για πλάκα. Δε φαινόταν να είναι επικίνδυνος, παρά μόνο… άτακτος.

Παρ’όλα αυτά, κάποια στιγμή ακόμη και οι πιο ψύχραιμοι είχαν τρομοκρατηθεί και όλο και περισσότερος κόσμος έτρεχε στις εκκλησίες και ζητούσε από τους ιερείς να κάνουν εξορκισμούς στο σπίτι τους για να μην πατήσει ο βρικόλακας. 

«Οι διαδόσεις είχαν ως αποτέλεσμα να συγκληθεί το συμβούλιο των Δημογερόντων του νησιού. Σε αυτό παρευρέθηκαν και ιερείς». «Τον κατηγόρησαν ότι έδερνε ανθρώπους τη νύχτα, παραβίαζε πόρτες, αλλά και ταράτσες, ότι θρυμμάτιζε τζάμια, έσκιζε ρούχα και άδειαζε στάμνες και μπουκάλια», περιγράφει ο βοτανολόγος.

«Πιστεύω ότι δεν λυπήθηκε παρά μόνον το σπίτι του προξένου όπου μέναμε! Παρ’ όλα αυτά, δεν έχω ξαναδεί τίποτε το τόσο αξιοθρήνητο από την κατάσταση στην οποία βρέθηκε το νησί.Είχε παραφρονήσει όλος ο κόσμος. Ακόμα και οι πιο συνετοί φαίνονταν το ίδιο σαλεμένοι, όπως και οι άλλοι […] Έβλεπε κανείς ολόκληρες οικογένειες να εγκαταλείπουν τα σπίτια τους και να έρχονται στα άκρα της πόλης, φέρνοντας τα κρεβάτια τους στην πλατεία, για να περάσουν εκεί τη νύχτα. Όλοι κλαίγονταν συνεχώς για νέα έκτροπα. Μόλις βράδιαζε, δεν άκουγε κανείς παρά μόνο βογγητά». Επιπρόσθετα, ο Τουρνεφόρ αναφέρει πως είχε προχωρήσει τόσο πολύ η κατάσταση αυτή, που ορισμένοι κάτοικοι ήταν έτοιμοι να μετακομίσουν στη Σύρο και την Τήνο.

Μάλιστα, οι Μυκονιάτες είχαν οργανώσει και περιπολίες στο νησί, όπου ομάδες ατόμων με δάδες στα χέρια, με σταυρούς, ρόπαλα και σπαθιά τριγυρνούσαν όλο το βράδυ στους δρόμους για να βρουν τον βρικόλακα.

Εν τέλει, αποφάσισαν να κάψουν το πτώμα του άτυχου δολοφονημένου χωρικού. Έτσι, το ξέθαψαν και το μετέφεραν στη διπλανή βραχονησίδα, η οποία σήμερα ονομάζεται Μπάος -από τον πειρατή Γιώργο Μπάο- και το έκαψαν. 

«Ήμασταν παρόντες στη μακάβρια αυτή σκηνή» έγραψε ο περιηγητής και συνέχισε, «Ήταν η πρωτοχρονιά του 1701 όταν οι στάχτες του Μυκονιάτη βρικόλακα σκορπίστηκαν στη θάλασσα. Τότε μόνο οι άνθρωποι ξαναγύρισαν στα σπίτια τους». Κάπως έτσι τελείωσε το «στοίχειωμα» από τον βρικόλακα και το νησί ηρέμησε.

Πηγή: greekreporter.com

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ

Διακομιδές ασθενών

Εξιχνίαση Βιασμού στη Μύκονο

Το Conde Nast Traveller προτείνει Κυκλάδες για το καλοκαίρι του 2024